5.7.09

Ιστορία της πόλης και της Πολεοδομίας (ΙΟΥΝΙΟΣ 09)

Γενική εικόνα των εργασιών της τελικής άσκησης

κυρίως αντικείμενο: (4) τέσσερα κείμενα εντός θέματος! (Αποστόλου, Μουντζουρούφης, Παρταλίδου, Χειμαριώτης). Το μεγαλύτερο μέρος των κειμένων πραγματεύονταν, την εξέλιξη των πολεοδομικών μελετών και των νόμων, τα πολεοδομικά σχέδια, μελέτες και ρυθμίσεις

και όχι το ζητούμενο, που αφορούσε την κατάσταση της νεοελληνικής πόλης μέσα στο ευρύτερο εθνικό πλαίσιο και τις προσπάθειες οργάνωσης που έγιναν για τον σχεδιασμό.

μορφολογία κειμένου: κείμενα ενός «όγκου». Χωρίς παραγράφους, χωρίς κενά, χωρίς τίτλους και υπότιτλους, χωρίς στοίχιση αριστερά….

συλλογισμός: η επαγωγικότητα των κειμένων ήταν στοιχειώδης (γιατί και πώς από το ένα ζήτημα, τεκμηριωμένα, οδηγούμαστε στο άλλο). Ασύνδετα κομμάτια μεταξύ τους.

διάρθρωση κειμένου: δεν υπήρχαν μέρη κειμένου. Εισαγωγή, Κυρίως Μέρος, Επίλογος.

Εισαγωγή και Επίλογος, είναι η τεχνική ταυτότητα του κειμένου. (εισαγωγή: γιατί πράγμα μιλάμε, ποια είναι τα ερωτήματα, ποιο το σχέδιο ανάπτυξης… επίλογος: απαντήσεις στα ερωτήματα που τέθηκαν, προοπτικές… (δες Κριτήρια Αξιολόγησης Εργασίας).


ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

παράδειγμα εργασίας (μέρος), με σωστή κατεύθυνση σε επίπεδο περιεχομένου

....Οι διαδικασίες για την ανοικοδόμηση της Ελλάδας μετά το 1950, οι οποίες ήταν ανεξέλεγκτες, καθώς και η περίοδος που ακολούθησε κατά την διάρκεια της δικτατορίας δημιούργησαν πάρα πολλά προβλήματα πολεοδομικής φύσης στην Ελλάδα. Από την δεκαετία του 1960 άρχισαν και οι πρώτοι προβληματισμοί για το ζήτημα και ο πρώτος που το επισήμανε ήταν ο Κ. Δοξιάδης. Την ίδια περίοδο άρχισε να καλλιεργείται και η θεωρητική σκέψη γύρω από τα προβλήματα αυτά με πυρήνα την Έδρα Πολεοδομίας του Ε.Μ.Π.. Επίσης, στα τέλη της δεκαετίας του 1970 άρχισαν και οι πρώτοι προβληματισμοί και απαιτήσεις της κοινής γνώμης για σωστή οικιστική ανάπτυξη.

Η περίοδος της δικτατορίας άφησε πίσω της «οικιστικό συντρίμμι» και αυτό διότι κυριαρχούσε η αυθαίρετη δόμηση καθώς και τα κυκλώματα κερδοσκοπίας της γης. Για να λυθεί αυτό το προβλήματα δημιουργήθηκε η Δημόσια Επιχείρηση Πολεοδομήσεως, Οικισμού, και Στεγάσεως(ΔΕΠΟΣ). Στην ίδια χρονική περίοδο σημαντική ήταν η συμβολή του καθηγητή Κυπριανού Μπύρη (ως υπουργός δημοσίων έργων).

Έπειτα ακολούθησε η περίοδος 1978-1981, η οποία θεωρείται σημαντική λόγο των εξελίξεων στην οικιστή πολιτική με εμπνευστή τον Στ. Μάνο( υπουργός Χωροταξίας). Κατά την περίοδο αυτή ως κύριος στόχος ήταν η εξασφάλιση του συντονισμού των ενεργειών των δημόσιων φορέων σχεδιασμού και εφαρμογής. Έτσι έγιναν δύο μεγάλες προσπάθειες για την επίτευξη συντονισμού σε γεωγραφική βάση. Οι προσπάθειες αυτές αφορούσαν την ενεργοποίηση του έως τότε ανενεργού Ε.Σ.Χ.Π και η δεύτερη και σημαντικότερη, η ίδρυση του Υπουργείου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος(ΥΧΟΠ). Το ΥΧΟΠ δημιουργήθηκε έτσι ώστε να μπορέσουν να συγκεντρωθούν οι αρμοδιότητες που είναι σχετικές με την Πολεοδομία, Χωροταξία και την Προστασία του Περιβάλλοντος. Οι προσπάθειες της περιόδου αυτής χαρακτηρίστηκαν ως ανεπιτυχείς, αλλά πρέπει να μελετηθούν με προσοχή ως προς τα επιτεύγματα που έφεραν.

Ο καθολικός ορθολογικός σχεδιασμός είναι το είδος σχεδιασμού το οποίο επικρατούσε στην Ελλάδα μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας το 1970. το συγκεκριμένο είδος σχεδίου δεν ήταν αποτελεσματικό διότι απαιτούσε πολύ χρονοβόρες διαδικασίες και γενικά οι ενέργειες που γίνονταν ήταν ασυντόνιστες. Όμως το 1978, έγιναν οι πρώτες ενέργειες για την δημιουργία μίας νέας αντίληψης για τον σχεδιασμό η οποία ονομάστηκε ως αρχή των «σταδιακών προσεγγίσεων». Επίσης βλέπουμε ότι γίνονται και οι πρώτες προσπάθειες για την εισαγωγή της συμμετοχικής διαδικασίας στην οποία εκτός από το κράτος υπάρχει η συμμετοχή και η υποστήριξη ορισμένων κοινωνικών ομάδων.

Ένα ακόμα σημαντικό χωροταξικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει το κράτος έχει να κάνει με την υπερβολική διόγκωση της Αθήνας σε σχέση με την εθνική της ενδοχώρα. Έτσι, οι προσπάθειες για το σχεδιασμό της αστικής ανάπτυξης επικεντρώθηκαν στο χωροταξικό πρόβλημα της Αθήνας( αθηναϊκό) και στο χωροταξικό πρόβλημα σε εθνικό επίπεδο. Το 1979 το Εθνικό Συμβούλιο Χωροταξίας και Περιβάλλοντος (ΕΣΧΠ) πήρε δύο πολύ σημαντικές αποφάσεις. Η πρώτη αναφερόταν στο χωροταξικό πρόβλημα και είχε ως στόχο να ανακουφίσει την Αθήνα και την Θεσσαλονίκη από την πληθυσμιακή πίεση, ενώ η δεύτερη είχε ως αντικείμενο τις κατευθύνσεις και τους στόχους της ρύθμισης του χώρου της πρωτεύουσας σε περιφερειακή κλίμακα. Ένα από τα σημαντικά βήματα του ΕΣΧΠ ήταν η δημιουργία των Κέντρων Εντατικών Προγραμμάτων Αναπτύξεως (ΚΕΠΑ). Επίσης δημιουργήθηκαν τα ΑΣΤΟΚ (ουσιαστικά πρωτεύουσες νομών) και τα ΑΓΡΟΚ (μικρότερα κέντρα). Ο στόχος των ΚΕΠΑ ήταν η ανάπτυξη των έξι μεγαλύτερων πόλεων της Ελλάδας και είχαν ως κύριο σκοπό την βελτίωση του οικιστικού τους περιβάλλοντος καθώς και την πραγματοποίηση σημαντικών έργων υποδομής. Δυστυχώς ενώ υπήρχαν θετικά αποτελέσματα από τα προγράμματα αυτά από το Μάιο του 1980 άρχισε να ατονεί αυτή η προσπάθεια και ακόμα και έργα που είχαν εγκριθεί δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ.

Μία ακόμα σημαντική προσπάθεια για την οργάνωση του αστικού χώρου της Αθήνας ήταν το σχέδιο- πλαίσιο «Πρωτεύουσα 2000». Η ανάγκη για πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου ήταν μεγάλης σημασίας καθώς η Αθήνα έχει πολύ μεγάλο και πρόβλημα υπερπληθυσμού όπως και το ότι έχει αναπτυχθεί χωρίς καθόλου ρυθμιστικό σχεδιασμό. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι αποφάσεις που είχαν ληφθεί το 1979 με το ΕΣΧΠ για την πληθυσμιακή αποσυμφόρηση της Αθήνας. Το καινούργιο σχέδιο σε πρώτη φάση καθόρισε ένα γενικό πλαίσιο σε περιφερειακή κλίμακα το οποίο πήρε επίσημη μορφή μέσω του ΕΣΧΠ. Σε δεύτερη φάση ,μετά την απόφαση του ΕΣΧΠ η οποία αναφερόταν γενικές μακροπρόθεσμες κατευθύνσεις ή σε βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις εντεταγμένες σε ένα γενικό πλαίσιο ακολούθησαν δύο άξονες ενεργειών. Από τη μία πλευρά έγιναν διάφορες προσπάθειες εφαρμογής και από την άλλη ανατέθηκαν μελέτες για κάθε ένα διαμέρισμα με σκοπό τον λεπτομερέστερο σχεδιασμό του χώρου. Δυστυχώς όμως και αυτή η προσπάθεια ατόνησε μετά το Μάιο του 1980.

Η πολιτική γης αποτελεί ένα από τα κυριότερα εργαλεία για την εφαρμογή του πολεοδομικού σχεδιασμού. Δυστυχώς στην Ελλάδα ο σχεδιασμός δεν είχε επιτυχία και αυτό οφείλεται όχι μόνο στην έλλειψη πολιτικής γης αλλά και στην απουσία νομοθετικών εργαλείων για την άσκηση της. Την περίοδο όμως 1978-1980 μπήκαν οι βάσεις για την πολιτική γης με μία σειρά από νομοθετήματα. Ο σημαντικότερος από τους νόμους αυτούς ήταν ο νόμος 947/79 «περί οικιστικών περιοχών», ο οποίος επιδίωξε να αντικαταστήσει τον παλιό τρόπο παραγωγής του κτισμένου χώρου χώρο. Ο παλιός τρόπος ήταν έξω από τον έλεγχο του κράτους και οδηγούσε σε σοβαρότατα πολεοδομικά προβλήματα. Ο καινούργιος αυτός νόμος στην ουσία έδωσε περισσότερη ευελιξία στον πολεοδομικό σχεδιασμό και γενικά αποτελεί από τεχνικής πλευράς ένα ευέλικτο εργαλείο για την άσκηση πολιτικής γης, σε σύγκριση με την παλιότερη νομοθεσία. Επίσης εκτός από τον νόμο 947/79 την ίδια περίοδο έγιναν και πολλά Προεδρικά διατάγματα και ένα από τα σημαντικότερα, από την άποψη της πολιτικής γης, είναι το Προεδρικό διάταγμα 81/80 « περί ειδικών χρήσεων και γης και ανώτατων μεγεθών επιτρεπόμενης εκμετάλλευσης οικοδομήσιμων χώρων». Με το διάταγμα 81/80 καθορίζονται είδη χρήσεων και ανώτατα όρια συντελεστών δόμησης κατά κατηγορία χρήσεων.

Την ίδια χρονική περίοδο( 1978-1980) παρουσιάζεται έντονη δραστηριότητα στον τομέα των σχεδίων άμεσης δράσης. Τα σχέδια αυτά αποτελούν επιχειρησιακά σχέδια και αφορούν περιοχές με περιορισμένη έκταση ή εύρος. Είναι και αυτά μέσα εφαρμογής κάποιου γενικότερου σχεδιασμού καθώς υπηρετούν στόχους που θέτει ο σχεδιασμός αυτός. Μπορούν όμως να προωθούνται χωρίς να έχει ολοκληρωθεί ο λεπτομερειακός σχεδιασμός του χώρου, με τον όρο ότι έχουν αποσαφηνιστεί ορισμένοι γενικοί στόχοι. Επιπλέον αυτονομούνται τελείως σε περίπτωση που υπηρετούν στόχους των οποίων η σκοπιμότητα είναι προφανής. Τα πρώτα σχέδια άμεσης δράσης που μελετήθηκαν αφορούσαν την βελτίωση του περιβάλλοντος των πυκνοκατοικημένων περιοχών της Αθήνας. Τα κυριότερα από αυτά ήταν πεζοδρομήσεις, οι παιδότοποι, και διάφορες άλλες μικροεπεμβάσεις στον χώρο.

Παραπάνω παρουσιάστηκαν οι προσπάθειες για την ρύθμιση του αστικού χώρου που ξεκίνησαν από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, οι οποίες όμως δεν εφαρμόστηκαν στον βαθμό που θα ήταν εφικτό λόγο διαφόρων δυσκολιών και αντιστάσεων. Οι δυσκολίες αυτές αφορούν στις δυσκολίες τεχνικού χαρακτήρα και στην αντίσταση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δομών που θίγονται λόγο από τις αλλαγές στον χώρο. Επίσης είναι γεγονός πως με την διάφορες αλλαγές στον οικιστικό ιστό υπάρχουν κοινωνικές ομάδες οι οποίες ωφελούνται και άλλες που ζημιώνονται.

……………….

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ-ΜΕΓΕΘΟΣ

Εμ(κ)πρόθεσμη, αν ξεπέρασε το απαιτούμενο μέγεθος,

ΔΟΜΗ & ΚΑΛΥΨΗ ΕΡΩΤΗΜΑΤΩΝ

Γενική Δομή εργασίας. Κάλυψη ερωτημάτων της εκφώνησης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Αποσαφήνιση/ερμηνεία όρολογιας της εκφώνησης. Σημασία/σπουδαιότητα αντικειμένου. Οριοθέτηση του αντικειμένου (θεματική, χωρική, χρονική). Ερωτήματα προς απάντηση. Σκιαγράφηση της οργάνωσης του κειμένου.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Ανακεφαλαίωση / περίληψη κυρίως μέρους. Απάντηση ερευνητικών ερωτημάτων Αιτιολόγηση καθορισμού ορίων μελέτης. Πρακτικές εφαρμογές / προτάσεις περαιτέρω μελέτης.

ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΣ

Ροή συλλογισμού, επιχειρηματολογία, επαγωγική επιχειρηματολογία

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΩΤΟΤΥΠΙΑΣ

Στοιχεία πρωτοτυπίας, Κριτική σκέψη και ιδέες, σ' αντιδιαστολή μ' αντιγραφή / περίληψη / ταξινόμηση

ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ

Χαρακτηριστικά επί της ουσίας της εργασίας: παραθετική/ ταξινομητική/ περιγραφική, ή αναλυτική/ συγκριτική/ συνθετική, ή εξηγητική/ ερμηνευτική;

ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ

Τεχνική ορθότητα τεκμηρίωσης σύμφωνα με το σύστημα που χρησιμοποιείται (το σύστημα Χάρβαρντ). Επίπεδο και εκταση τεκμηρίωσης, παραπομπές, υποσημειώσεις, τεκμηρίωση, χαρτογραφική οπτική κλπ.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Βιβλιογραφία: ευρεση βασικής βιβλιογραφία, αμεση σύνδεση με το κείμενο, έκταση επάρκεια βιβλιογραφίας.

ΓΛΩΣΣΙΚΑ

Εκφραστικά, συντακτικά, γραμματικά & ορθογραφικά λάθη

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Δόμηση εργασίας σε [εισαγωγή, κυρίως μέρος, επίλογο.

Δημιουργία μέρων, υποκεφαλαίων, τίτλων μερών & υποκεφαλαίων, δημιουργία παραγράφων, αρίθμηση σελίδων,

Ποιότητα αντιτύπων, χαρτογράφησης, εικονογράφησης, κλπ.