Το "μεγάλο παιχνίδι" στη Μέση Ανατολή
Ενα κείμενο του καθηγητή Ι. Μάζη από το βιβλίο του, Γεωγραφία του Ισλαμιστικού Κινήματος στη Μέση Ανατολή (2012), για να αντιληφθεί κανείς ποιό είναι το "μεγάλο παιχνίδι" σε αυτά που γίνονται στην Μέση Ανατολή
Μεγάλο Παιχνίδι: Είναι όρος που αρχικά αφορούσε την αντιπαράθεση τον 19ο αιώνα στην κεντρική Ασία μεταξύ Αγγλίας και Ρωσίας. Πιο συγκεκριμένα αφορούσε τις πολιτικές που έμμεσα επιβάλλονταν άνωθεν στους περιφερειακούς λαούς (Αφγανιστάν), σχετικά με τις βλέψεις της Ρωσίας να αποκτήσει έξοδο προς την θάλασσα και της Αγγλίας να το εμποδίσει. Ο όρος μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο συνέχισε να χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις γεωπολιτικές μηχανοραφίες στον ανταγωνισμό μεταξύ μεγάλων δυνάμεων με σημαντικές συνέπειες και χωρίς πραγματικό συμφέρον για τις διάφορες επί μέρους περιοχές ανά τον κόσμο.
Αναχωματικός Δακτύλιος (Rimland) στο λήμμα Θεωρία της Κεντρικής Γης (από το λεξικό Άτακτοι Γλώσσαι)
Σχήμα από το λεξικό ΑΤΑΚΤΟΙ ΓΛΩΣΣΑΙ
Για την Γεωγραφία
Η Γεωγραφία μαζί με την Ιστορία είναι από τις αρχαιότερες
επιστημονικές αναζητήσεις. Η προσπάθεια γνώσης και καταγραφής του κόσμου αποτέλεσε
βασική προτεραιότητα του ανθρώπου επί χιλιετίες.
Η Γεωγραφία είναι κοινωνική επιστήμη. Είναι επιστήμη που προσεγγίζει τη συμπεριφορά και την περιπέτεια του ανθρώπου
στον χώρο. Ο κάθε χώρος ακολουθεί δύο δυναμικές διαφορετικής τάξης: τη δυναμική των φυσικών φαινομένων (Φυσική Γεωγραφία) και τη δυναμική της εξέλιξης
των ανθρώπινων φαινομένων (Ανθρωπογεωγραφία). Αυτό το δισυπόστατο φαίνεται
διχαστικό ως προς τον χαρακτήρα τής Γεωγραφίας ως κοινωνική επιστήμη σε σχέση
με τη Φυσική Γεωγραφία (θετική επιστήμη), αλλά δεν είναι. Ο ρόλος της Φυσικής Γεωγραφίας στο
πλαίσιο της Γεωγραφίας είναι αντιληπτός μόνο υπό το πρίσμα
τής βοήθειας στην κατανόηση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και όχι αυτόνομα,
εξού και «το ανήκειν» σε μια κοινωνική επιστήμη.
Για την ανάγκη ενός Λεξικού Ανθρωπογεωγραφίας
Η έναρξη του επιστημονικού διαλόγου από το ίδιο
σημείο εκκίνησης αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιστήμη. Σ αυτή την κοινή αποδοχή, ότι δηλαδή συγκεκριμένοι όροι σημαίνουν
συγκεκριμένα πράγματα σε παγκόσμιο επίπεδο θέλει
να συμβάλει ένα Λεξικό Ανθρωπογεωγραφίας. Τα εξειδικευμένα λεξικά στην ελληνική γλώσσα είναι λιγότερο
διαδεδομένα από τα αντίστοιχα στον υπόλοιπο Δυτικό κόσμο. Στην Ελλάδα συνηθίζεται
να «μεταφέρονται» οι επιστημονικοί όροι κυρίως από τη «lingua franca» της εποχής,
την αγγλική.
Τα λεξικά και οι εγκυκλοπαίδειες εξασφαλίζουν την καταγραφή μιας συγκεκριμένης «γλώσσας», της Γεωγραφίας εν προκειμένω, που ακολουθεί μέρα με τη μέρα την πορεία της σκέψης των αποτελεσμάτων της έρευνας και των ανακαλύψεων σε μια διαδρομή που δεν τελειώνει ποτέ. Όροι εξαφανίζονται, ορισμοί μεταβάλλονται, νέες ορολογίες κάνουν την εμφάνισή τους. Ακόμη όμως κι όταν οι καταγεγραμμένοι όροι είναι πεπερασμένοι, πάλι λειτουργούν ως σημεία αναφοράς για τη συμπλήρωση και τον επαναπροσδιορισμό της νέας ερμηνείας.
Το Λεξικό της Ανθρωπογεωγραφίας θέλει να καλύψει την ανάγκη ύπαρξης ενός συνόλου εγκεκριμένων, επιστημονικά αποδεκτών και κατοχυρωμένων όρων και ερμηνειών. Έχει κύριο στόχο να δώσει βασικούς ορισμούς και ερμηνείες γεωγραφικών λημμάτων. Η συγκεκριμένη απαίτηση σε επιστημονικό, επαγγελματικό και καθημερινό επίπεδο καλυ- πτόταν μέχρι τώρα με τα γενικά λεξικά και με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Γενικευμένες, ατελείς, παλαιωμένες, ακόμη και λανθασμένες ερμηνευτικές αποδόσεις, κυρίως όμως με ελλείψεις κατά το μεγαλύτερο ποσοστό τους, παρά το γεγονός ότι η διεπιστημονικότητα της Γεωγραφίας επιβάλλει ένα ιδιαίτερο πλαίσιο ορολογίας, που χαρακτηρίζεται από την ετερογένειά του.
Το Λεξικό της Ανθρωπογεωγραφίας θέλει να καλύψει την ανάγκη ύπαρξης ενός συνόλου εγκεκριμένων, επιστημονικά αποδεκτών και κατοχυρωμένων όρων και ερμηνειών. Έχει κύριο στόχο να δώσει βασικούς ορισμούς και ερμηνείες γεωγραφικών λημμάτων. Η συγκεκριμένη απαίτηση σε επιστημονικό, επαγγελματικό και καθημερινό επίπεδο καλυ- πτόταν μέχρι τώρα με τα γενικά λεξικά και με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Γενικευμένες, ατελείς, παλαιωμένες, ακόμη και λανθασμένες ερμηνευτικές αποδόσεις, κυρίως όμως με ελλείψεις κατά το μεγαλύτερο ποσοστό τους, παρά το γεγονός ότι η διεπιστημονικότητα της Γεωγραφίας επιβάλλει ένα ιδιαίτερο πλαίσιο ορολογίας, που χαρακτηρίζεται από την ετερογένειά του.