…η Μακεδονία κάποιων πάλαι ποτέ νέων
To 1912 ένας 20χρονος απο τα χωριά της Δρόπολης της
Βορείου Ηπείρου επιστρέφει στην Ελλάδα απο την Κωνσταντινούπολη όπου πήγε
εφηβος να δουλέψει. Επιστρέφει να
καταταγεί ως εθελοντής στον ελληνικό στρατό. Πολεμά επί μία οκταετία στην
διάρκεια των βαλκανικών πολέμων, στο 3ο τάγμα (αρ. 40), εφόδου των εύζωνων υπό
τον θρυλικό ταγματάρχη Βελισσάριο. Μπαίνει ελευθερωτής στα Ιωάννινα, μάχεται
στο Μπιζάνι στο Σκρά, στο Κιλκίς στο Λαχανά στην Νιγρίτα…
Τραυματίζεται
οργώνοντας την Μακεδονία μέσα από τα πεδία των μαχών. Αγαπά την Μακεδονία
εγκαθίσταται ζει και πεθαίνει σ’αυτή (1981), έχοντας την περηφάνια ότι πολέμησε
για τη χώρα του.
Ενας αλλος νέος ανθρωπος ο Σ. Λίβας, αποτυπώνει τις παιδικές του
αναμνήσεις του 1930 στο απόηχο των βαλκανικών πολέμων για την πόλη του το
Κιλκίς γράφοντας μεταξύ αλλων:
«Ἕνα ἀπέραντο «Ἐθνικό
Νεκροταφεῖο», πού
κρύβει στά σπλάχνα τοῦ τά
κορμιά χιλιάδων παλληκαριῶν, εἶναι ὁ τόπος μας. Καί πάνω στά κορμιά αὐτά στήθηκαν τά θεμέλια αὐτῆς τῆς πόλης.
Καί τό σιτάρι πού φτιάχνει τό ψωμί μας, θεριεύει καί μεστώνει ρουφώντας ἀπό τή γῆ αἷμα ἀντί για νερό. Κάθε λόφος γύρω μας κι ἕνας «κρανίου τόπος». Κάθε χωράφι κι ἕνας «ἀγρός αἵματος»
για νά χρησιμοποιήσω τοῦ χαρακτηρισμούς τοῦ Εὐαγγελίου
πού τόσο ταιριάζουν στήν περίπτωση». Τά πρῶτα χρόνια, τ΄ ἀλέτρια πού ὄργωναν τή γῆ, ἔφεραν
στήν ἐπιφάνεια
λευκά κόκκαλα «κόκαλα Ἑλλήνων ἱερά», ἀντάμα μέ σκουριασμένες ξιφολόγχες καί δερμάτινες παλάσκες,
περασμένες σέ ζωστῆρες πού ἔζωναν, κάποτε λυγερά σώματα παλληκαριῶν. Κι ὅλοι μας λίγο – πολύ, ἔχουμε νά θυμόμαστε πώς κάποτε, σκάβοντας τίς αὐλές τῶν σπιτιῶν μας εἴχαμε βρεῖ σκουριασμένα ὄπλα κι ἀνθρώπινα
κρανία. Σάν στοιχειωμένος ἔμοιαζε ὁ τόπος
μας καί τά παιδιά φοβόταν νά βγοῦν τό βράδυ ἀπό τά σπίτια τους. Θυμᾶμαι τούς πρώτους περιπάτους πού κάναμε μέ τό νηπιαγωγεῖο, ἐκεῖ κοντά
στούς πρόποδες τοῦ Ἀη- Γιώργη. «Ἡ δασκάλα μᾶς ἔλεγε ὅτι οἱ παπαροῦνες στόν
τόπο μας, εἶναι πιό
κόκκινες ἀπό ἀλλοῦ, γιατί παίρνουν τό χρῶμα τους ἀπό τό αἷμα τῶν σκοτωμένων παλληκαριῶν. Κι ἐμεῖς διστάζαμε νά τίς κόψουμε, ἀπό φόβο, μήπως καί ματώσουμε τά χέρια μας…»
(σελ. 179)....
Το κείμενο είναι απόσπασμα απο το “Οι Μαχητές του
Κιλκίς», σε έργο με γενικό τίτλο «Η παλιά, μικρή μας πόλη” του Σ. Λίβα. Το
κείμενο έφερε στην επιφάνεια ο δάσκαλος Δ. Νατσιός
Ο Μπερτιάεφ
γράφει ότι μέσα στα κράτη (…) “ενεργούν όχι μόνο οι ζωντανοί αλλά και οι
νεκροί πρόγονοι και οι απόγονοι που δεν γεννήθηκαν” (σελ. 108). Για την εθνική
συνείδηση (…)”οι προγονοί μας και οι πατέρες μας είναι ακόμα ζωντανοί όσο ζούμε
εμείς οι ίδιοι και όσο θα ζουν οι κατιόντες μας. Η ζωή του έθνους συνίσταται
στη θεμελίωση ενός άρρηκτου δεσμού με τους προγόνους και στο σεβασμό της
διαθήκης τους” (σελ. 118). Το πνεύμα του έθνους (…)”Είναι η φωνή όχι μόνο των
ζωντανών αλλά και των νεκρών… (…)Στο
έθνος συμμετέχουν όχι μόνο οι ανθρώπινες γενεές αλλά και οι πέτρες των
εκκλησιών, των παλατιών και των κατοικιών, οι επιτύμβιοι λίθοι, τα αρχαία τα
χειρόγραφα και τα βιβλία” (σελ. 125).
Μπερτιαγιεφ Ν., (μετφ 1984), Για την Κοινωνικη
Ανισότητα, Πουρνάρας, Θεσ/νίκη.